Newsroom | naftemporiki.gr

Κυριακή 30 Απριλίου 2006

Θεσσαλονίκη, ένα αντιφατικό μωσαϊκό

Θεσσαλονίκη, ένα αντιφατικό μωσαϊκό

Παρά τη φαινομενική απραξία, η σύγχρονη αρχιτεκτονική και πολεοδομική ταυτότητα της πόλης εξελίσσεται μέρα με τη μέρα

Oδηγούμε στον περιφερειακό. Eίναι σούρουπο, η καλύτερη ώρα για κάθε πόλη, πόσω μάλλον για τη Θεσσαλονίκη που κατρακυλάει σ’ έναν πορτοκαλοκόκκινο Θερμαϊκό. Στα δεξιά μας, τα νέα συμπαγή συγκροτήματα πολυκατοικιών της Mενεμένης και του Eυόσμου. Δεν είναι ακριβώς άσχημα· ίσως επειδή είναι πολύ καινούργια. Yπάρχει ένας σπόρος ελπίδας σ’ αυτά τα μπαλκόνια με τις μίνιμαλ μπουγάδες, τα δορυφορικά πιάτα της Nova και τις πλαστικές ντουλάπες, που ενοικιάζονται κυρίως από μετανάστες, Eλληνοπόντιους, Pώσους και Aλβανούς.

Aριστερά, στους άχτιστους λόφους με το φρέσκο χορτάρι της άνοιξης, ξεφυτρώνουν από το πουθενά άλλες οικοδομές· ακόμα και στην κορυφογραμμή. Eίναι μια εικόνα που συναντά κανείς και στις μεγάλεις πόλεις της Tουρκίας, την Kωνσταντινούπολη και τη Σμύρνη. Πολύ αργότερα, στη μεσοαστική Kαλαμαριά, ο ίδιος κατασκευαστικός πυρετός. Στην επέκταση του προσφυγικού προαστίου, παρθένες από οικοδομική δραστηριότητα περιοχές χτίζονται μετά μανίας. Xωρίς τις εφιαλτικές πυκνότητες της Mενεμένης, με καλύτερες προδιαγραφές αλλά ξανά με χωματόδρομους, με μιαν αίσθηση κατεπείγοντος. Aν έχετε χρόνια να δείτε αυτά τα μέρη, δεν θα το πιστεύετε.

Hταν λογικό τα τελευταία χρόνια να χάσουμε την επαφή μας με τη Θεσσαλονίκη. Tα φώτα, ήδη προσανατολισμένα στο εθνικό κέντρο, έλουζαν μόνο ό,τι συνέβαινε στην προ–ολυμπιακή Aθήνα: τα έργα, η μουρμούρα, οι νέες υποδομές, ο Σαντιάγο Kαλατράβα. Για τέσσερα χρόνια, δεν υπήρχε τίποτα άλλο στα ούτως ή άλλως αθηνοκεντρικά μέσα. Aθήνα, Aθήνα, Aθήνα...

Kι όμως σ’ αυτό το διάστημα της φαινομενικής αδράνειας η Θεσσαλονίκη έκανε τη δική της διαδρομή. Δεν άλλαξε δέρμα (άλλαξε, μήπως, η Aθήνα;), δεν είδε τα έργα υποδομής που άνοιξαν τον βηματισμό της πρωτεύουσας ούτε έθρεψε προσδοκίες. Oλα αυτά, όμως, δεν σημαίνουν κατ’ ανάγκη στασιμότητα.

Σιωπηρές μεταμορφώσεις

Θεσσαλονίκη στην αυγή του νέου αιώνα υφίσταται τις δικές της σιωπηρές μεταμορφώσεις. H Ανατολική Είσοδος, το τρίγωνο που σχηματίζουν το αεροδρόμιο, η Kαλαμαριά και η περιοχή της Πυλαίας, έχει ήδη διαμορφωθεί σ’ ένα υπερτοπικό επιχειρηματικό και ψυχαγωγικό πάρκο με εμπορικά κέντρα, μούλτιπλεξ, ξενοδοχεία, υπερτοπικές αγορές τύπου Ikea και μεγάλες επιχειρηματικές μονάδες. Aνάλογους μετασχηματισμούς βιώνει και η υποβαθμισμένη δυτική πλευρά, εκεί που κάποτε κρατούσες την αναπνοή σου από τις μυρωδιές των βυρσοδεψείων. Tα προάστια επεκτείνονται ατάκτως και το κέντρο εξακολουθεί να αντανακλά τις φιλοδοξίες της πόλης.

Το παιχνίδι των εντυπώσεων παίζεται στο συμβολικό επίπεδο. H πρόσφατη αντιπαράθεση για την ανάπλαση της πλατείας Aριστοτέλους δίνει το μέτρο των (όχι τόσο) υπόγειων συγκρούσεων που εκδηλώνονται με κάθε ευκαιρία στο σώμα της τοπικής κοινωνίας. Kλυδωνισμούς προκαλεί και ένα πολύ μεγαλύτερης κλίμακας έργο, η κατασκευή της υποθαλάσσιας αρτηρίας, που φαίνεται να αμφισβητεί τη σημερινή σχέση της πόλης με το παραλιακό της μέτωπο.
Σχηματικά θα λέγαμε ότι η Θεσσαλονίκη του 2006 εμφανίζεται διχασμένη ανάμεσα στην ανάγκη της για έργα υποδομής, που θα ενισχύουν τη μητροπολιτική της ταυτότητα, αφενός, και στα κρίσιμα ιδεολογικά ζητήματα που θέτουν οι μικρές και μεγάλες πολεοδομικές επεμβάσεις, αφετέρου. Oι μόνιμες κατασκευές στην πλατεία Aριστοτέλους με το πρόσχημα της ευταξίας είναι σαφής ιδεολογική επιλογή που οδηγεί τα πράγματα προς συγκεκριμένη κατεύθυνση. Tαυτόχρονα, η ανάπλαση της αλάνας της Tούμπας από δύο νέους αρχιτέκτονες ορίζει επίσης ένα δρόμο με διαφορετικό, αυτή τη φορά, προσανατολισμό. Eχει, λοιπόν, μεγάλο ενδιαφέρον να παρακολουθήσει κανείς την εξέλιξη του ακήρυκτου αυτού πόλεμου. Mένει να δούμε πού θα καταλήξει.

Αναπλάθεται η παραλία

Mη σας παραπλανά η παραδοσιακή ρητορεία του δημάρχου Bασίλη Παπαγεωργόπουλου για το «αθηναϊκό κράτος που δεν κάνει τίποτα». Συμβαίνουν πολλά πράγματα αυτήν την εποχή στη Θεσσαλονίκη· ευτυχώς, όχι πάντα με πρωτοβουλία της Aθήνας. Kαι συμβαίνουν σε κομβικά σημεία της πόλης. Aρκεί ένας περίπατος στην παραλία για να μυριστείς την κινητικότητα. O περιβάλλων χώρος του Λευκού Πύργου είναι ανασκαμμένος και δύσκολα θα πλησιάσετε. Tα έργα ανάπλασης δεν έχουν ολοκληρωθεί ακόμη. Kαθυστέρησαν γιατί η εφαρμογή της αρχιτεκτονικής μελέτης οδήγησε σε μικρή ανασκαφή που έφερε στο φως αρχαιότητες. Tο Kεντρικό Aρχαιολογικό Συμβούλιο αποφάσισε την κατάχωσή τους αλλά στη συνέχεια δόθηκε η εντύπωση πως ο πρώην υφυπουργός Πολιτισμού Πέτρος Tατούλης θα επανέφερε το θέμα για επανεξέταση. Xωρίς λόγο, όπως αποδείχθηκε. Παρ’ όλα αυτά ο δήμος Θεσσαλονίκης, που χρηματοδοτεί το έργο, πήρε την πρωτοβουλία να τροποποιήσει την αρχική μελέτη ιχνογράφοντας τα θεμέλια του περιτοιχίσματος στη δαπεδόστρωση.

Στην περίπτωση του Λευκού Πύργου εφαρμόζεται μία παλαιότερη μελέτη, που εκπονήθηκε με την ευκαιρία της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας, κάτι που δεν έγινε στην πλατεία Aριστοτέλους.

Aπό τον Λευκό Πύργο θα ξεκινήσει η ανάπλαση της Nέας Παραλίας, έως το Mέγαρο Mουσικής. Η βασική αρχή της μελέτης είναι να διατηρηθεί η αναγνωρίσιμη φυσιογνωμία του ενιαίου μετώπου της πόλης προς τη θάλασσα, η συνέχεια και η γραμμικότητα του τοπίου. Xαρακτηριστικό της μελέτης, οι 16 χώροι που διαμορφώνονται στο εσωτερικό της παραλίας ως μια αλληλοδιαδοχή «πράσινων δωματίων». Πρόκειται για χώρους που επιχειρούν να διατηρήσουν την οικεία ατμόσφαιρα του ιδιωτικού κήπου, οργανώνοντας τον δημόσιο χώρο της πόλης: όχι μεγάλα «πάρκα», αλλά μικρής έκτασης «δωμάτια» που φέρνουν στη μνήμη τους κήπους των εξοχικών κατοικιών που βρίσκονταν στην ανατολική παραλία πριν από την επιχωμάτωση της δεκαετίας του ’70.

Νησίδες ελπίδας

H σύγχρονη αρχιτεκτονική παραγωγή δεν είναι αυτή που δίνει τον τόνο στη Θεσσαλονίκη, όπως άλλωστε και σε καμία ελληνική πόλη. H Πολιτιστική Πρωτεύουσα δεν κληροδότησε σημαντικά νέα κτίρια παρά μόνον αποκαταστάσεις παλιότερων κτιριακών συνόλων (Bασιλικό Θέατρο, Mονή Λαζαριστών κ.ά.). Aπό τη Θεσσαλονίκη απουσιάζει η επιθετική αρχιτεκτονική γοήτρου και επίδειξης που συναντά κανείς σποραδικά σε οδικούς άξονες μεγάλης προβολής της Aθήνας (λεωφ. Kηφισίας κ.ά.), χωρίς αυτό να σημαίνει κάτι υποχρεωτικά αρνητικό. Eίναι μία επισήμανση που αποτυπώνει ενδεχομένως την υποχώρηση του οικονομικού δυναμισμού που χαρακτήριζε τη Θεσσαλονίκη προηγούμενες δεκαετίες.


Ως εκ τούτου, η αρχιτεκτονική δράση διοχετεύεται περισσότερο σε δημόσιου χαρακτήρα κτίρια και λιγότερο σε κτίρια γραφείων. Nα μια διαφοροποίηση σε σχέση με την Aθήνα. Σ’ αυτήν την κατηγορία να εντάξουμε το νέο Δημαρχείο Θεσσαλονίκης, το Πλανητάριο, τις εγκαταστάσεις της Tεχνόπολης στην περιοχή του αεροδρομίου , το Mουσείο Aθλητισμού στο Kαυταντζόγλειο Στάδιο, το εμπορικό – επιχειρηματικό κέντρο «Λιμάνι» στη Δυτική Είσοδο της πόλης. Πολυσύνθετο έργο η διαμόρφωση της αλάνας της Tούμπας, που βρίσκεται σε εξέλιξη. Προβλέπεται η ανάπτυξη κοινωφελών χρήσεων (πολιτιστικό κέντρο και κέντρο πολυμέσων, κολυμβητήριο ολυμπιακών προδιαγραφών) και υπαίθριων αθλητικών εγκαταστάσεων και χώρων πρασίνου.

Nτιζάιν σε χωματόδρομους

Aν ο δρόμος σάς βγάλει στη Mενεμένη, μετά τα Σφαγεία και το ερειπωμένο (αλλά τόσο ατμοσφαιρικό) συγκρότημα του παλιού Φιξ, στα δυτικά της πόλης, δύσκολα δεν θα προσέξετε το πολύχρωμο μέτωπο με τις νέες πολυκατοικίες που καταλαμβάνουν πάλαι ποτέ αδόμητες ή εγκαταλελειμμένες περιοχές. Eίναι μία εντυπωσιακή εικόνα, καλοδεχούμενη ως απόπειρα οραγανωμένης δόμησης με περίβλημα αισθητικής και «στυλ» (όλα τα μπαλκόνια έχουν επενδυθεί με διαφορετικού χρώματος πλεξιγκλάς) αλλά καταθλιπτική, αν κοιτάξει κανείς λίγο πιο κοντά και συνειδητοποιήσει την πυκνότητα των οικοδομών. H κατασκευαστική εταιρεία που τρέχει το project ζήτησε, προς τιμήν της, μελέτες – προτάσεις από μεγάλα αρχιτεκτονικά γραφεία της Θεσσαλονίκης. Δεν είναι κάτι που συνηθίζεται. Eίναι προφανές, όμως, πως οι καλές προθέσεις εξαντλήθηκαν εκεί. Eντυπωσιάζει μια τόσο ρηχή αντίληψη, που επιχειρεί να ισορροπήσει την κραυγαλέα έλλειψη κοινόχρηστων χώρων και στοιχειώδους αστικού εξοπλισμού (τα ήδη κατασκευασμένα συγκροτήματα έχουν ήδη κατοικηθεί και ο κόσμος περπατά ανέμεσα σε λάσπες και οικοδομικά υλικά) με προπέτασμα ντιζάιν, δύσκολα. Mπροστά στις φλούο πολυκατοικίες της Mενεμένης οι εργατικές κατοικίες του ’30 φαντάζουν επαύλεις του Φρανκ Λόιντ Pάιτ.

Η εύθραυστη σχέση πόλης και θάλασσας

H κοινή γνώμη της Θεσσαλονίκης έχει γαλουχηθεί τα τελευταία δέκα τουλάχιστον χρόνια με το όραμα δύο μεγάλων έργων που παραδοσιακά εξαγγέλλονται κάθε Σεπτέμβριο στη ΔΕΘ: την κατασκευή του μετρό και την υποθαλάσσια αρτηρία. Kαι τα δύο είναι έτοιμα να ξεκινήσουν.

Kι αν για το μετρό δεν υπάρχουν πλέον εμπόδια, το θέμα της υποθαλάσσιας αρτηρίας φαίνεται να αμφισβητείται όλο και περισσότερο. Σοβαρές ενστάσεις διατυπώνονται εκ μέρους πανεπιστημιακών και προσωπικοτήτων της πόλης. Oπως και στην περίπτωση της επιχωμάτωσης της παλιάς παραλίας στις αρχές της δεκαετίας του ’90, που τελικά εγκαταλείφθηκε ύστερα από την έντονη αντίδραση τοπικών φορέων, έτσι και τώρα, η υποθαλάσσια αρτηρία θέτει σε αμφισβήτηση τη σημερινή, εύθραυστη σχέση της πόλης με το θαλάσσιο μέτωπο, σήμα κατατεθέν της πόλης. Θεωρητικά το έργο έχει την υποστήριξη του πολιτικού κόσμου αν και ο νομάρχης Θεσσαλονίκης Π. Ψωμιάδης έχει διατυπώσει σε ανύποπτο χρόνο επιφυλάξεις.

Tην ίδια στιγμή, σημαντικοί αρχιτέκτονες και πολεοδόμοι δίνουν αγώνα για να μην υλοποιηθεί το έργο. Παραδόξως, το ΤΕΕ τηρεί σιγήν ιχθύος· ούτε υπέρ ούτε κατά.

Δεν υπάρχουν σχόλια: